ἀρήγετ'

ἀρήγετ'
ἀ̱ρήγετο , ἀρήγω
aid
imperf ind mp 3rd sg (doric aeolic)
ἀ̱ρήγετε , ἀρήγω
aid
imperf ind act 2nd pl (doric aeolic)
ἀρήγετε , ἀρήγω
aid
pres imperat act 2nd pl
ἀρήγετε , ἀρήγω
aid
pres ind act 2nd pl
ἀρήγεται , ἀρήγω
aid
pres ind mp 3rd sg
ἀρήγετο , ἀρήγω
aid
imperf ind mp 3rd sg (homeric ionic)
ἀρήγετε , ἀρήγω
aid
imperf ind act 2nd pl (homeric ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • έστε — I (Este). Τοποθεσία της Ιταλίας στην επαρχία της Πάντοβα, η οποία στην αρχαιότητα ήταν ακμαία πόλη με την ονομασία Ατέστε. Κατοικήθηκε πρώτα από λαό αβέβαιης καταγωγής, με τον οποίο αναμείχθηκαν την 2η χιλιετία π.Χ. οι Βενετοί, που ήρθαν από τα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”